Τα σουηδικά τουβλάκια πλημμυρίζουν τη βιομηχανία του gaming. Αξιοποιούνται όμως ή χαραμίζονται;
Οι παραγωγές της Traveller’s Tales χωρίζονται σε δύο διαφορετικές εποχές, με το σημείο καμπής να εντοπίζεται το 2005. Κατά μία έννοια, όπως η βιομηχανία των smartphones εντοπίζει δύο τελείως διαφορετικές εποχές προ και μετά iPhone, και η Traveller’s Tales μπορεί να οριστεί προ και μετά LEGO. Από το 2005 και μετά η ομάδα ανάπτυξης έχει αναλάβει 31 games, εκ των οποίων τα 25 σχετίζονται με LEGO. Η τελευταία φορά που ασχολήθηκε με κάτι που δεν φέρει το όνομα LEGO ήταν το 2008. Από τότε η Traveller’s Tales μεταμορφώθηκε από εταιρεία που αναλαμβάνει διάφορες παραγωγές για χάρη τρίτων (όπως το Sonic 3D για να θυμηθούμε και άλλες εποχές) στην ομάδα που γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον τι σημαίνει να συνδυάζεται η αισθητική της σουηδικής LEGO με οποιοδήποτε σχεδόν IP. Star Wars, Pirates Of The Caribbean, Harry Potter, Marvel, The Hobbit, The Lord Of The Rings και άλλοι έχουν δει τους κόσμους και τους χαρακτήρες τους να εκφράζονται με χιούμορ και τους περιορισμούς ενός πλαστικού, πολύχρωμου και χονδροειδούς έκφρασης κόσμου.
Σαφώς και υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή. Η Traveller’s Tales, όταν δεν βλέπει LEGO στον ύπνο της, μπορεί να συνδυάσει την ουσία δύο ετερόκλητων προϊόντων με κλειστά μάτια. Κάθε ακόλουθος των τίτλων της ξέρει ακριβώς τι να περιμένει με μικροαλλαγές να γίνονται εδώ κι εκεί, κυρίως βάσει της ιδιαιτερότητας του όποιου φανταστικού κόσμου. Το gameplay έχει παραδοσιακές αδυναμίες αλλά, όπως και η τεχνική δυσκαμψία της Telltale Games συγχωρείται δίπλα στην εξαιρετική ποιότητα γραφής των διαφόρων episodic games, έτσι και η στασιμότητα της σειράς LEGO είναι ανεκτή για το χιούμορ και τη φιλικότητα που προσφέρει σε μικρούς και μεγάλους. Τόσο ξεχωριστά όσο και όταν αποτελούν ομάδα. Αν εδώ εντοπίζεται η επιτυχία της σειράς, τότε γιατί εξακολουθεί και βασίζεται στην αναγνωρισιμότητα άλλων κόσμων και ιδεών; Σίγουρα δεν αναρωτιόμαστε μόνο εμείς. Τόσο το LEGO City Undercover για Nintendo 3DS και Wii U και το The LEGO Movie: The Videogame (πόσο μάλλον η ίδια η ταινία στην οποία βασίζεται), δείχνει ότι ανάλογη απορία είχαν κάποιοι στη σουηδική εταιρεία αλλά και συνεργό της στον κόσμο των videogames. Σαφώς και υπάρχει ο αντίλογος πως η ταινία και το αντίστοιχο παιχνίδι χρησιμοποιούν τόσους, μα τόσους αναγνωρίσιμους χαρακτήρες από τα πέρατα του κόσμου της πνευματικής ιδιοκτησίας και του έργου της διανοίας που είναι και δεν είναι εξαίρεση στον κανόνα.
Παρά ταύτα αυτή η πρώτη ανάγνωση χάνει κάπως την ουσία. Το The LEGO Movie διατήρησε το ιδιαίτερο και γνώριμο χιούμορ (κερδίζοντας σε πολλές περιπτώσεις κοινό και κριτικούς), παρωδώντας όμως, τελικά, κάθε επική παραγωγή με περίπου και μη υπερήρωες με μεσσιανικό σύνδρομο που τροφοδοτεί την εμμονή τους με τη σωτηρία του κόσμου. Από την άλλη το LEGO City Undercover, παρά τα προβλήματά του, παρά την απουσία δανεικών “προσωπικοτήτων” αποτελούσε τόσο φόρο τιμής όσο και καλοπροαίρετο spoof των απείρων buddy και, κυριότερα, cop movies. Ακόμη και χωρίς την επίσημη παρουσία ή υποστήριξη οι αναφορές σε Lethal Weapon (Φονικό Όπλο), Naked Gun (Τρελές Σφαίρες, αν και αυτό είναι spoof), Die Hard (Πολύ Σκληρός Για Να Πεθάνει) και τόσα άλλα. Αν ένα πράγμα λειτουργούσε σωστά στο LEGO City Undercover τότε σίγουρα ήταν αυτού του είδους οι αναφορές που, αν μη τι άλλο, δείχνουν ότι η ομάδα ανάπτυξης έχει μεγαλύτερο βάθος pop εμπειριών από εκείνες που περιορίζονται στα τιτάνια franchises του σήμερα. Δηλαδή αυτά που χρειάζεται ώστε να σταθεί στα δικά της πόδια και να επιχειρήσει να μετατρέψει τα LEGO games όχι σε παραλλαγή άλλων έργων αλλά σε συγκεκριμένο είδος και έκφραση. Κάτι σαν τις παραγωγές που στηρίζονταν στον Mel Brooks και τον Leslie Nielsen, αλλά για τα videogames αυτή τη φορά.
Δεν είναι πως δεν υπάρχει κανένα προηγούμενο, έστω σε άλλες βιομηχανίες. Ο κινηματογράφος όχι μόνο στήριξε τις αηδιαστικές (κατ’ ευφημισμόν) εξορμήσεις των Jason Friedberg και Aaron Seltzer (Epic Movie, Meet The Spartans, Vampires Suck, The Starving Games κ.α.) αλλά εξακολουθεί και τους δίνει, έστω και σε κάποιο μειωμένο βαθμό, αέρα. Από την άλλη η σειρά Expendables βασίζεται ακριβώς στη ανάλαφρη νοσταλγία του τυπικού action movie άλλων δεκαετιών, αυτή τη φορά με εσκεμμένη έμφαση σε cult και campy νοοτροπίες. Αλλά…επιστροφή στα games. Η αποδοχή και η αναγνωρισιμότητα του Mario, του Mushroom Kingdom της αισθητικής και της ιδιοσυγκρασίας της Nintendo, κάνουν σειρές ολόκληρες όπως τα Mario Golf, Mario Tennis, Paper Mario, Mario Party κ.α. Με την ίδια λογική που ένα ολόκληρο είδος παιχνιδιών μπορεί να εμποτιστεί με διαφορετικό ύφος και αξίες, μπορεί, φυσικά και να σχολιαστεί, να σατιριστεί, να αποσταχθεί με βάση το ύφος των LEGO. Όσο εύκολο είναι να δούμε άλλο ένα LEGO Star Wars, άλλο τόσο είναι να υποδεχθούμε προσπάθειες που θα λέγονταν LEGO Horror, LEGO Musical, LEGO Teen και LEGO RomCom. Ενώ σίγουρα θα γύριζαν κεφάλια με κάποια προσπάθεια με το όνομα LEGO JRPG ή LEGO Massive (ως MMO που κάθε άλλο παρά MMO θα ήταν) που άνετα θα μπορούσε να σατιρίσει τα κακώς κείμενα στα των MMO. Πού θα κατέληγαν τα κεφάλια αυτά είναι άλλη ιστορία βέβαια.
Στην ουσία το ζεύγος LEGO και Traveller’s Tales έχει ήδη τα εργαλεία που χρειάζεται για να μετατρέψει τους τίτλους LEGO σε πλατφόρμα ύφους στο gaming, κάτι που ελάχιστοι μπορούν να δοκιμάσουν και να καταφέρουν να είναι συνεπείς. Ούτε καν η Disney δεν κατάφερε να αφήσει ανάλογη εντύπωση και, μόλις το κατάλαβε και η ίδια, απλά παραμέρισε τα σχέδια για εσωτερικές παραγωγές ουσίας και απέλυσε κόσμο. Δεν αναιρούνται τα ελαττώματα της συνταγής, δεν αλλάζει όμως και πως επιτυχία της, ως ένα βαθμό, χαραμίζεται πατώντας μονίμως σε κόσμους που ορίζονται και περιορίζονται από τρίτους. Με λίγη τύχη η πρωτότυπη σουηδική LEGO θα έχει τέτοια παρουσία στα videogames που κάθε άλλο παρά θα εξαρτάται από την αναγνωρισιμότητα και τη δημοφιλία της κλασικής σειράς προϊόντων της. Η Traveller’s Tales με τη σειρά της θα έχει το περιθώριο να δείξει πως το LEGO City Undercover δεν ήταν χάσιμο χρόνου για όλους.