Transistor – Review

0

Ωδή στην ομορφιά.

Ας αφήσουμε στην άκρη όλα εκείνα που μπορεί κανείς να προσάψει στο Transistor. Όπως η διάρκεια του. Σαν εμπειρία είναι σύντομη, αλλά επ’ ουδενί λόγω “μικρή”. Είναι δε, προς τιμήν του το γεγονός πως μέσα σε περίπου 5 ώρες, καταφέρνει να προσφέρει κάτι τόσο ουσιαστικό και βαθύτατα συγκινητικό.

Το Transistor μιλάει για την αγάπη. Ανατέμνει τη φύση της και τη κινητήριο ισχύ της. Τα υπόλοιπα που πραγματεύεται είναι εκεί ως αντιθέσεις. Μία πόλη, βυθισμένη στην ομορφιά και την εγκατάλειψη, μία εύγλωττα εκφραστική ηρωίδα χωρίς φωνή και ένα σπαθί με ψυχή (και ψυχές). Η αντίθεση είναι το πιο σημαντικό όπλο της αισθητικής του Transistor. Τα απαλά παστέλ χρώματα που συνθέτουν την Cloudbank, δεν αφήνουν αμφιβολία πως μιλάμε για μία από τις πιο όμορφες συνθέσεις του gaming. Ο κόσμος του παιχνιδιού έχει εκείνη την ιδιαίτερη ποιότητα τόσο να γαληνεύει, όσο και να προκαλεί ένταση.

Που και που, καταφέρνει να ρίξει και μερικά σαγόνια. Τόσο το αέρινο animation της βωβής Red, όσο και λίγες στιγμές αναστοχασμού, με τις πάντοτε ακριβείς παρατηρήσεις του έτερου πρωταγωνιστή Transistor (το σπαθί που προαναφέραμε), καταφέρνουν να προκαλέσουν όλα εκείνα τα σωστά συναισθήματα. Σας δίνεται η ευκαιρία να περιηγηθείτε, να ανοίξετε κάποια τερματικά της εγκαταλελειμμένης πολιτείας και να συνομιλήσετε, τρόπον τινά, με το μοναδικό σας σύντροφο σε όλο το παιχνίδι.

Πέραν όμως όλων αυτών, o τίτλος της Supergiant Games, που μας έδωσε το εξαιρετικό Bastion, διανθίζεται και από μηχανισμούς gameplay που καταφέρνουν να κρατούν την εμπειρία ενδιαφέρουσα, ακόμα και μετά από πολλαπλά playthroughs. Δίνεται εξάλλου η ευκαιρία για New Game Plus, με ό,τι αυτό συνεπάγεται τόσο για τις δυνάμεις της Red, όσο και για τους εχθρούς της (κάτι σαν το Dark Souls). Υπάρχουν και οι Limiters, που ουσιαστικά παραμετροποιούν την εμπειρία του παιχνιδιού προσθέτοντας ποικίλους περιορισμούς στον παίκτη και αυξάνοντας εκθετικά τη δυσκολία του. Ή για κάποιους άλλους (πιο βιτσιόζους όπως και ο γράφων) εμπλουτίζοντάς την.

Από εκεί και έπειτα, τη μεγάλη διαφορά στο gameplay κάνουν δύο βασικές συνισταμένες. Αφενός ο τρόπος που η Supergiant επέλεξε να δώσει μία πολλαπλή φύση στις δυνάμεις της Red και αφετέρου το ίδιο το σύστημα μάχης που αποτελεί κράμα ενός hack ‘n slash και ενός turn-based-RPG. Οι δυνάμεις του Transistor (functions) είναι ουσιαστικά η μετουσίωση των χαρακτηριστικών κάποιων ανθρώπων που απορροφήθηκαν από το σπαθί της Red και μπορούν να χρησιμοποιηθούν με τρεις τρόπους. Ο πρώτος είναι ο πατροπαράδοτος της ενεργής χρήσης της δύναμης κάνοντας την assign σε ένα από τα τέσσερα πλήκτρα. Ο δεύτερος είναι εκείνος του upgrade κάποιας ήδη τοποθετημένης δύναμης σε ένα κουμπί. Με αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται είτε η επίδραση είτε ο τρόπος που εκδηλώνεται η εκάστοτε δύναμη/function. Για παράδειγμα έχουμε δύο δυνάμεις: το Breach (μία βολή που διαπερνά τους εχθρούς σε ευθεία γραμμή) και το Spark (μία σφαίρα που εκτοξεύεται σκορπίζοντας μικρότερες γύρω της). Αν χρησιμοποιηθεί ως “πρώτη” δύναμη το Breach και το Spark τοποθετηθεί στο Upgrade slot του (μέχρι δύο upgrade slots σε κάθε δύναμη) τότε έχουμε μία βολή που όχι μόνο διαπερνά τους εχθρούς αλλά και που μετά από κάθε χτύπημα απλώνεται προς κάθε κατεύθυνση.

Με 16 δυνάμεις στο παιχνίδι, είναι προφανές πως οι συνδυασμοί και οι τακτικές είναι απεριόριστες και ο πειραματισμός μαζί τους είναι από τις πιο ευχάριστες διαδικασίες του Transistor. Ειδικότερα δε, όταν υπάρχει και η τρίτη ιδιότητα της κάθε δύναμης, η λεγόμενη Passive. Η κάθε function μπορεί και να τοποθετηθεί σε ένα από τέσσερα slots που προσφέρουν passive ιδιότητες στην Red. Αν το Breach λοιπόν, χρησιμοποιηθεί “passively”, δίνει στον παίκτη τη δυνατότητα να έχει περισσότερο χρόνο κατά τη διάρκεια του Turn.

Το Turn είναι η πεμπτουσία του συστήματος μάχης του Transistor. Όλες οι δυνάμεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν όπως ακριβώς και σε έναν τίτλο hack ‘n slash. Οι εχθροί της Red είναι πάντα υπεράριθμοι και η ηρωίδα δεν μπορεί να κινηθεί αρκετά γρήγορα για να αποφύγει τις επιθέσεις τους. Αυτό καθιστά αυτομάτως το Turn ως το πιο ζωτικό εργαλείο στη διάθεση του παίκτη. Πατώντας το R2, ο χρόνος παγώνει και υπάρχει η δυνατότητα προγραμματισμού των επόμενων κινήσεων της Red που εκτελούνται αστραπιαία στο τέλος του Turn. Προφανώς η κίνηση στο χώρο και η κάθε χρήση function, εν μέσω ενός Turn, καταναλώνουν τη μπάρα του διαθέσιμου χρόνου. Αυτό σημαίνει αυτομάτως πως αν κάποιοι εχθροί παραμείνουν ζωντανοί και μετά την επίθεση, η πρωταγωνίστρια θα μείνει εκτεθειμένη στις επιθέσεις τους μέχρι να περάσει το cooldown και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ξανά το Turn.

Είναι ένα σύστημα μάχης, που σίγουρα δεν είναι οικείο αλλά καταφέρνει με την απλότητα του να εκπαιδεύσει τον παίκτη σε μία εντελώς διαφορετική οπτική. Όσο δε, περνά η ώρα και οι εχθροί γίνονται όλο και πιο απαιτητικοί, το κάθε Turn θα γίνεται ένα μικρό παιχνίδι σκακιού και οι συλλήψεις τακτικής θα χορογραφούνται με έναν απολαυστικά ρυθμικό τρόπο.

Ακόμα και έτσι όμως, ακόμα και αν το gameplay του Transistor είναι σεμιναριακού επιπέδου, η ουσία του παραμένει. Είναι ένας τίτλος ωδή στην ομορφιά. Και στην ιδιαίτερη ηθική της αισθητικής. Η Cloudbank είναι μακράν από τις πιο γοητευτικές τοποθεσίες του gaming, βυθισμένη σε μία σιωπή που διακόπτεται μονάχα από το σύρσιμο και τις σπίθες του Transistor. Οι νωχελικές νότες και τα απαλά κύμβαλα jazz του αριστουργηματικού soundtrack, αν και κινούνται σε ένα ευρύ φάσμα επιρροών, δεν σταματούν ποτέ να υποβάλουν μία νοσταλγική και έντονα φορτισμένη ατμόσφαιρα.

Αν είναι να κρατήσουμε όμως κάτι από το Transistor αυτό είναι ένα: Σε κάθε φάση του παιχνιδιού η Red μπορεί να κοντοσταθεί και να υποτονθορύσει σε έναν γλυκόπικρο τόνο. Μία τραγουδίστρια χωρίς φωνή. Σε αυτό το σημείο, ένα φως τη λούζει απαλά και ο κόσμος γύρω της θολώνει, γίνεται ασαφής. Γνήσια ομορφιά. Από εκείνη την ομορφιά που έχει ουσία και λόγο ύπαρξης.

9

About Author

Κάνοντας τη ζωή σας δύσκολη από το 1990. Με υπευθυνότητα, ειρωνεία και κυνισμό. Κάνω πολλά. Κυρίως γράφω. Για games και κινηματογράφο κατά προτίμηση.

Leave a Reply

κατασκευή ιστοσελίδων Web and Art Solutions