Παράξενο. Είναι η πρώτη σκέψη που θα κάνει κανείς ξεκινώντας το Hohokum. Χωρίς εξηγήσεις, χωρίς tutorial, χωρίς κανένα στοιχείο, ο παίκτης μπαίνει απότομα σε ένα μυστήριο κόσμο γεμάτο χρώμα και ήχους. Ζαλισμένος από την έλλειψη πληροφοριών και τον καταιγισμό εικόνων, ο παίκτης ελέγχει το Long-Mover, ένα πλάσμα που θυμίζει φίδι, αναζητώντας στόχους χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Με ανοιχτό το στόμα, ο παίκτης χαζεύει τον όμορφο κόσμο, ελπίζοντας για μια λογική που φαινομενικά δεν υπάρχει. Τα πρώτα αγγίγματα αντικειμένων και οι αλυσιδωτές αντιδράσεις αυτών, αποκαλύπτουν δειλά ένα ασυνήθιστο puzzle game. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο παίκτης είναι να προσδιορίσει αυτό το puzzle και φυσικά να το λύσει.
Ο κόσμος του Hohokum συναρπάζει. Κάθε “πίστα” ξεχωρίζει λόγω της αισθητικής που ναι μεν ακολουθεί κοινές γραμμές, συνθέτει όμως κάθε φορά ξεχωριστές εμπειρίες. Κάποιες από αυτές δεν πατούν στα όρια της συμβατικής λογικής και αυτός ο παραλογισμός είναι που χαρίζει εντέλει στον τίτλο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του.
Μετά από αρκετή ώρα ενασχόλησης, ο παίκτης αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να σώσει τους φίλους του που είναι παγιδευμένοι σε κάθε επίπεδο και, παράλληλα, να συλλέξει μάτια για το πολυπόθητο 100%. Η γκρίζα περιοχή στην οποία κινούνται οι γρίφοι του Hohokum έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την έντονη παλέτα που χρησιμοποιούν τα γραφικά του. Αυτή η γκρίζα περιοχή, η ασάφεια των γρίφων, είναι για τον τίτλο δίκοπο μαχαίρι. Οι μη ξεκάθαροι στόχοι δημιουργούν μια ασύγκριτη αίσθηση πρόκλησης, καθώς ο παίκτης καλείται να λύσει γρίφους που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά. Για αρκετή ώρα περιπλανιέται στο δισδιάστατο χώρο άσκοπα, μέχρι που μια κίνηση αποκαλύπτει την άκρη του νήματος. Ακόμα και τότε όμως, η λύση δεν είναι πάντα ξεκάθαρη. Υπάρχουν φυσικά στιγμές που όλα είναι εύκολα. Ο γρίφος είναι πιο παραδοσιακός, η λύση ευδιάκριτη. Τις περισσότερες φορές όμως η απαίτηση για εξερεύνηση και σκέψη εκτός των συνηθισμένων βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα και αυτές οι στιγμές κάνουν ξεχωριστό το Hohokum.
Το κάνουν όμως και ιδιαίτερα κουραστικό. Ο παίκτης μπορεί να επισκεφτεί όποιο επίπεδο θέλει και η χαλαρή δομή επιτρέπει στην εξαιρετική αισθητική να διαφημίσει τον εαυτό της, δείχνοντας όλες τις πτυχές της χωρίς περιορισμούς. Ο παίκτης ταξιδεύει από χώρο σε χώρο χωρίς πρόβλημα, χωρίς πιεστικά χρονικά όρια, χωρίς κίνδυνο για Game Over. Οι γρίφοι εναλλασσόνται και ξαφνικά ο παίκτης συνειδητοποιεί ότι κάπου έχει χάσει την πορεία του. Αίσθημα που ενισχύεται από τις συχνές περιόδους όπου δεν ξέρει τι να κάνει για να προχωρήσει και απλώς περιφέρεται άσκοπα, ελπίζοντας να παρατηρήσει κάτι που δεν είχε δει προηγουμένως. Η έλλειψη καθοδήγησης αποτελεί ταυτόχρονα το δυνατότερο χαρτί του τίτλου και το χειρότερο στοιχείο του. Και επειδή η ασάφεια που χαρακτηρίζει το Hohokum είναι έντονη, ο αρνητικός χαρακτήρας της έλλειψης αυτής τείνει να κυριαρχεί, αδικώντας το gameplay.
Και η αδικία είναι μεγάλη γιατί οι ιδέες της ομάδας ανάπτυξης φέρουν δείγματα μεγαλείου, καθώς η προσέγγιση είναι το λιγότερο μοναδική. Ναι το Hohokum θέλει να προσφέρει μια πιο “καλλιτεχνική” εμπειρία, θέλει να μπει στον κόσμο των πρωτότυπων παιχνιδιών, στους τίτλους που αγγίζουν δειλά τα όρια της τέχνης και, επιφανειακά, με την αισθητική και τη μουσική του, δείχνει να τα καταφέρνει. Ουσιαστικά όμως, το Hohokum είναι ένα παράξενο puzzle game το οποίο ξεχνάει να προσδιορίσει σωστά τους μηχανισμούς του, απομακρύνοντας σταδιακά τον παίκτη. Η υπομονή και η παρατηρητικότητα ανταμείβονται, αλλά η προσέγγιση μετατράπει τον τίτλο σε εμπειρία για λίγους.
Κάτι που αποτελεί τελικά και τη μεγαλύτερη αποτυχία του.